Αυτοάνοσα νοσήματα

Ορισμός
Αυτοάνοσα νοσήματα, μπορούν να ιδωθούν ως σωματικές εκδηλώσεις μιας βαθύτερης εσωτερικής σύγκρουσης, όπου ο ψυχισμός, αδυνατώντας να επεξεργαστεί συναισθηματικά φορτισμένες καταστάσεις ή τραύματα, οδηγεί το σώμα σε μια "παρερμηνευμένη" άμυνα (ενδεχομένως πρόκειται είτε για τον αμυντικό μηχανισμό της στροφής ενάντια στον εαυτό είτε αυτών της μετάθεσης είτε συνδυασμού και των δύο). Το ανοσοποιητικό σύστημα, που έχει ως αποστολή να προστατεύει το Εγώ, στρέφεται εναντίον του ίδιου του οργανισμού, συμβολίζοντας ίσως μια ψυχική διάσπαση, έναν "εσωτερικό εχθρό" ή την αποτυχία να διαχωριστεί το εσωτερικό από το εξωτερικό, το ίδιο από το ξένο.
Ποια είναι τα αυτοάνοσα νοσήματα;
Τα αυτοάνοσα νοσήματα αποτελούν μια ευρεία και πολύμορφη ομάδα παθήσεων στις οποίες το ανοσοποιητικό σύστημα, που φυσιολογικά προστατεύει τον οργανισμό από εξωτερικούς εισβολείς, επιτίθεται λανθασμένα σε υγιή κύτταρα και ιστούς του ίδιου του σώματος. Κάποια από αυτά διακρίνονται σε οργανοειδικά, όπου προσβάλλεται συγκεκριμένο όργανο, όπως στη νόσο του Hashimoto και στη νόσο του Graves (θυρεοειδής), στον διαβήτη τύπου 1 (πάγκρεας), στη νόσο του Addison (επινεφρίδια), στην κοιλιοκάκη (έντερο), στη λεύκη (μελανοκύτταρα), στην ψωρίαση (δέρμα) και στη μυασθένεια Gravis (νευρομυϊκές συνάψεις). Υπάρχουν επίσης και τα συστηματικά αυτοάνοσα νοσήματα, τα οποία επηρεάζουν πολλαπλά όργανα ή συστήματα, όπως ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, το σκληρόδερμα, διάφορες αγγειίτιδες, καθώς και η πολλαπλή σκλήρυνση (σκλήρυνση κατά πλάκας), η οποία προσβάλλει το κεντρικό νευρικό σύστημα. Παρά τη βιολογική τους ετερογένεια, όλα αυτά τα νοσήματα έχουν ως κοινή συνισταμένη τη διαταραχή της θεμελιώδους σχέσης του οργανισμού με τον ίδιο του τον εαυτό, κάτι που, πέρα από την ιατρική διάσταση, προσφέρεται και για ψυχαναλυτική ερμηνεία.
Γιατί εμφανίζονται;
Από ψυχαναλυτική σκοπιά, η εμφάνιση ενός αυτοάνοσου νοσήματος δεν ερμηνεύεται ως απλό βιολογικό ατύχημα, αλλά ως πιθανή σωματική έκφραση μιας εσωτερικής, ψυχικά ασύνειδητης σύγκρουσης. Η ψυχοσωματική θεωρία – όπως αναπτύχθηκε από τη γαλλική σχολή (Marty, M'Uzan, De M'Uzan) – υποστηρίζει ότι όταν το άτομο δεν μπορεί να επεξεργαστεί και να μεταβολίσει ψυχικά το άγχος, τη ντροπή, τη θλίψη ή την ενοχή, αυτά τα συναισθήματα "πέφτουν" στο σώμα, το οποίο γίνεται το θέατρο όπου η σύγκρουση εκδραματίζεται. Σε πολλές περιπτώσεις, πρόκειται για άτομα με περιορισμένη ικανότητα φαντασίωσης και συμβολισμού, που αντί να εκφράσουν την ψυχική τους ένταση μέσα από όνειρα, λόγια ή συμπτώματα υστερικού τύπου, τη μεταφέρουν απευθείας στο σώμα. Το αυτοάνοσο, υπό αυτή τη σκοπιά, λειτουργεί σαν μια "αντιστροφή" της άμυνας: η ενόρμηση επιθετικότητας που δεν μπορεί να στραφεί προς τα έξω, επιστρέφει προς τα μέσα, διαβρώνοντας το ίδιο το Εγώ. Έτσι, η "επίθεση" του ανοσοποιητικού συστήματος στον ίδιο τον οργανισμό μπορεί να ιδωθεί ως μια ασυνείδητη, συμβολική μορφή αυτοτιμωρίας, ως αποτυχία διαχωρισμού εαυτού και Άλλου ή ακόμη και ως μια κραυγή σιωπηλής έκφρασης του πόνου.
Ποιοι εμφανίζουν αυτοάνοσα;
Σύμφωνα με την ψυχαναλυτική θεωρία, οι άνθρωποι που είναι πιο επιρρεπείς στο να αναπτύξουν αυτοάνοσα νοσήματα, συνήθως παρουσιάζουν μια σειρά από ψυχικές και συναισθηματικές τάσεις που ενδέχεται να «ευνοούν» την ανάπτυξή τους. Αυτά τα άτομα συχνά ανήκουν σε αναπτυξιακούς τύπους προσωπικότητας που χαρακτηρίζονται από καταπιεσμένα συναισθήματα, υπερβολική υπευθυνότητα, εσωτερικευμένη επιθετικότητα ή αδυναμία να εκφράσουν τις ανάγκες τους με υγιή τρόπο.
Η καταπιεσμένη επιθετικότητα: Οι άνθρωποι που δεν καταφέρνουν να διαχειριστούν ή να εκφράσουν τον θυμό τους μπορεί να είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι σε αυτοάνοσα νοσήματα. Σύμφωνα με τον Freud, η εσωτερικευμένη επιθετικότητα μπορεί να στρέφεται προς το ίδιο το σώμα, καθώς η επιθετικότητα που δεν βρίσκει διέξοδο προς τα έξω εκδηλώνεται σε μια αυτοκαταστροφική μορφή. Αυτή η επιθετικότητα, η οποία δεν εξωτερικεύεται σε σχέσεις ή σε κοινωνικά περιβάλλοντα, μπορεί να μεταφραστεί σε ανοσολογικές ανισορροπίες, όπου το σώμα επιτίθεται στον εαυτό του.
Η συναισθηματική καταπίεση και η άρνηση: Τα άτομα με αυξημένη συναισθηματική καταπίεση, που δυσκολεύονται να αποδεχτούν ή να εκφράσουν συναισθήματα όπως η θλίψη, ο φόβος ή η οργή, η ντροπή και η ενοχή, είναι πιο επιρρεπή σε ψυχοσωματικά νοσήματα. Στη ψυχανάλυση, αυτή η τάση θεωρείται ως αποτέλεσμα μη επεξεργασμένων ψυχικών συγκρούσεων ή ανεκπλήρωτων συναισθηματικών αναγκών. Οι άνθρωποι αυτοί συχνά αρνούνται να αναγνωρίσουν τις συναισθηματικές τους ανάγκες και αδυναμίες, επιδεικνύοντας μια ψευδή αίσθηση αυτονομίας ή δύναμης. Αυτή η «άρνηση» της συναισθηματικής πραγματικότητας μπορεί να «εκραγεί» στο σώμα, με το ανοσοποιητικό σύστημα να επαναστατεί ενάντια στον ίδιο τον οργανισμό ως τρόπο έκφρασης των ανεκδήλωτων συναισθημάτων.
Η τάση για υπερβολική υπευθυνότητα: Ένα κοινό χαρακτηριστικό σε άτομα που αναπτύσσουν αυτοάνοσα νοσήματα είναι η υπερβολική ανησυχία για τους άλλους και η συνεχής ανάγκη να είναι «ευσυνείδητοι» και «τέλειοι». Σύμφωνα με την ψυχαναλυτική θεωρία της Melanie Klein, άτομα με τέτοια χαρακτηριστικά τείνουν να βιώνουν τις συναισθηματικές τους ανάγκες ως «κακές» ή «επικίνδυνες», με αποτέλεσμα να τις καταπιέζουν και να αναλαμβάνουν μια υπερβολική φροντίδα των άλλων. Αυτή η τάση μπορεί να οδηγήσει σε μια κατάσταση συναισθηματικής εξάντλησης και εσωτερικής σύγκρουσης, καθώς η αποδοχή της δικής τους ανάγκης για φροντίδα ή έκφραση των συναισθημάτων τους φαντάζει απειλητική. Το σώμα, σε αυτή την περίπτωση, γίνεται ο τόπος όπου η συναισθηματική πίεση εσωτερικεύεται, με το ανοσοποιητικό σύστημα να γίνεται το «όργανο» της απογοήτευσης και του «αχρείαστου» εαυτού που καταπιέστηκε.
Η ασυνείδητη ανάγκη για αυτοτιμωρία: Ορισμένα άτομα, που έχουν βιώσει τραύματα από την παιδική τους ηλικία ή έχουν μεγαλώσει σε περιβάλλοντα που τους δίδαξαν να «πληρώνουν» για τις αμαρτίες τους, μπορεί να αναπτύξουν την ανάγκη για ψυχική τιμωρία. Τα άτομα αυτά, συχνά ασυνείδητα, αναλαμβάνουν την ευθύνη για κάθε κακό ή αποτυχία, με αποτέλεσμα να επιθυμούν – και εν τέλει να δημιουργούν – καταστάσεις που θα επιβεβαιώσουν αυτή την ενοχή. Η ψυχαναλυτική θεωρία του Donald Winnicott υποστηρίζει ότι η ανάγκη για αυτοτιμωρία ή η αίσθηση του αδύναμου εαυτού μπορεί να εκδηλωθεί ως αυτοάνοσο νόσημα, με το σώμα να «αντιδρά» στην εσωτερική ανάγκη για αποδοχή μέσω της αρρώστιας.
Το βίωμα
Το να ζει κανείς με ένα αυτοάνοσο νόσημα δεν είναι απλώς μια σωματική εμπειρία· είναι ένας καθημερινός ψυχικός αγώνας, γεμάτος απορίες, συναισθηματικές μεταπτώσεις και στιγμές σιωπηλής εσωτερικής μάχης. Πολλοί άνθρωποι περιγράφουν ένα παράδοξο και βαθιά επώδυνο αίσθημα: «Νιώθω πως το ίδιο μου το σώμα στρέφεται εναντίον μου». Αυτή η εμπειρία μπορεί να γεννήσει μια υπόγεια, συχνά ασυνείδητη αίσθηση ενοχής ή αυτομομφής – σαν αν η ασθένεια να είναι "απάντηση" σε κάτι άρρητο, ανεπεξέργαστο. Η αποξένωση από το ίδιο το σώμα, που άλλοτε ένιωθε ασφαλές και γνώριμο, γίνεται μια υπαρξιακή δοκιμασία. Μέσα από την ψυχαναλυτική οπτική, η ασθένεια μπορεί να ιδωθεί όχι ως τιμωρία, αλλά ως ένας τρόπος του ψυχισμού να εκφράσει εκείνα που δεν μπόρεσαν να ειπωθούν με λόγια – βαθιά συναισθήματα πένθους, θυμού, ματαίωσης ή θλίψης που δεν βρήκαν άλλο δρόμο έκφρασης. Το σώμα τότε δεν "προδίδει", αλλά κουβαλά, με τον δικό του τρόπο, μια ιστορία που ζητά να ακουστεί.
Πως θα με βοηθήσει η ψυχανάλυση;
Η ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία προσφέρει έναν μοναδικό δρόμο για τη βαθιά κατανόηση και επεξεργασία των ψυχικών αιτίων που μπορεί να κρύβονται πίσω από την ανάπτυξη ενός αυτοάνοσου νοσήματος. Μέσα από τη διαδικασία της ανάλυσης, το άτομο μπορεί να αποκτήσει συνείδηση των ασυνείδητων συγκρούσεων, των καταπιεσμένων συναισθημάτων και των άλυτων ψυχικών τραυμάτων που ενδεχομένως εκδηλώνονται σωματικά. Ο θεραπευτής, μέσω του «ελεύθερου συνειρμού» και της διαπραγμάτευσης των βαθύτερων σκέψεων και συναισθημάτων, βοηθά το άτομο να κατανοήσει τη σύνδεση μεταξύ ψυχικής έντασης και σωματικής έκφρασης. Αυτή η κατανόηση ανοίγει το δρόμο για την ψυχική αποφόρτιση και την υποστήριξη της σωματικής υγείας, αφού το άτομο μαθαίνει να αναγνωρίζει και να εκφράζει τα συναισθήματα και τις ανάγκες του με υγιή τρόπο. Η ψυχαναλυτική προσέγγιση δεν είναι απλώς μια θεωρητική διαδικασία, αλλά ένα ενεργό εργαλείο που βοηθά το άτομο να αποκτήσει νέες συναισθηματικές δεξιότητες και να επανασυνδεθεί με το σώμα του με τρόπο πιο αρμονικό. Αν βιώνετε ταλαιπωρία από ένα αυτοάνοσο νόσημα και αισθάνεστε ότι οι συναισθηματικές ή ψυχικές σας ανάγκες παραμένουν ανεκπλήρωτες, η ψυχοθεραπεία μπορεί να σας προσφέρει την αναγκαία υποστήριξη και κατεύθυνση για την ουσιαστική σας ευημερία. Το πρώτο βήμα είναι απλό: η απόφαση να μιλήσετε και να ξεκινήσετε τη διαδικασία αυτογνωσίας και ίασης.
Η πορεία προς την κατανόηση και την αποδοχή του εαυτού, καθώς και η θεραπεία των ψυχικών και σωματικών πληγών, είναι μία διαδικασία που απαιτεί χρόνο, υπομονή και στήριξη. Τα αυτοάνοσα νοσήματα, αν και συχνά συνδέονται με σωματικές δυσκολίες, είναι τελικά μια έκφραση του ψυχικού κόσμου και των βαθύτερων συγκρούσεων που μπορεί να μην είναι πάντοτε άμεσα αντιληπτές. Μέσα από την ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία, το άτομο μπορεί να αναγνωρίσει και να επεξεργαστεί αυτές τις συγκρούσεις, επιτρέποντας την ουσιαστική ίαση όχι μόνο του σώματος, αλλά και της ψυχής. Αν αισθάνεστε ότι η ζωή σας είναι γεμάτη αδιέξοδα ή αν η σωματική σας υγεία φαίνεται να αντιδρά σε καταπιεσμένα συναισθήματα, η ψυχοθεραπεία μπορεί να σας προσφέρει μια νέα αφετηρία. Μην διστάσετε να δώσετε στον εαυτό σας την ευκαιρία να ανακαλύψει την εσωτερική ισορροπία και την ψυχική ανακούφιση που δικαιούται. Το ταξίδι προς την αυτογνωσία και την ψυχική υγεία μπορεί να είναι το πρώτο βήμα προς μια πιο πλήρη και αρμονική ζωή.